Σεξ, ψέματα και βιντεοταινίες! (photos)
Το σεξ διαχρονικό, τα ψέματα επίσης. Με τις βιντεοταινίες υπάρχει ένα θέμα, αλλά κι αυτό με τα νέα μέτρα το λύσαμε. Ας είναι καλά το συνεχιζόμενο capital control!
Η πρώτη ταινία (1989) του Στ.Σόντεμπεργκ «Σεξ Ψέματα και Βιντεοταινίες» ήταν υποψήφια για Οσκαρ σκηνοθεσίας. Το σημαντικότερο, όμως, είναι πως δάνεισε στην Ιστορία έναν πολύ επιτυχημένο τίτλο. Το σεξ διαχρονικό. Τα ψέματα επίσης. Με τις βιντεοταινίες κάτι άλλαξε...
Πόσοι άνθρωποι πια θυμούνται το «Σεξ ψέματα και βιντεοταινίες» του Σόντεμπεργκ και πόσοι δεν έχουν ουδεμία σχέση μαζί του, αλλά όχι και με τις έννοιες που πραγματεύθηκε η ταινία του;
Βρισκόμαστε στο ξεκίνημα της τρίτης εβδομάδας capital control και στην έναρξη ενός μνημονίου. Αρα, το σεξ καλά κρατεί!
Πως ερμηνεύεται αλλιώς;
Τα σκυλιά αλυχτούν συχνότερα πια και οι άνθρωποι ξαπλώνουν από νωρίς στις τηλεοράσεις τους μπας και δουν κάνα καλό όνειρο: ότι στη χώρα τους έπαψαν να ζουν κυνηγημένοι για λάθη που δεν έπραξαν, ότι δεν μπερδεύτηκαν τα «όχι» με τα «ναι», ότι ξεκίνησαν να κάνουν όνειρα για τα παιδιά τους μακριά απ’ το βούρκο μιας αδιέξοδης ζωής, ότι ο Ανθρωπάκος του Βίλχελμ Ράιχ δεν τους αφορά, ότι ουδεμία ομοιότητα έχουν με τον Γουίνστον του πανούργου Τζορτζ Οργουελ, αλλά ούτε και με τον Γκρέγκορ Σάμσα του Κάφκα που ένα πρωί σηκώθηκε και είχε μεταμορφωθεί σε κατσαρίδα.
Οι άνθρωποι ξαπλώνουν πια από νωρίς στις τηλεοράσεις τους μπας και δουν κάνα καλό όνειρο: ότι τα Αφεντικά της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν τους αντιμετωπίζουν ως Αβορίγινες που αντί για γάτες, τρώνε ως άλλοι ιθαγενείς, τα λεφτά των υπόλοιπων λαών της Ευρώπης και πως ο Πρίμο Λέβι (ο κρατούμενος με το νούμερο 174517 που επέζησε του Άουσβιτς) έγραψε ένα άστοχο έργο, όπως αυτό που τιτλοφόρησε «Το καθήκον της μνήμης» και πως ουδεμία σχέση έχει όλο αυτό με αυτούς που ζουν όταν είναι ξύπνιοι στην Ελλάδα.
Σ’ αυτόν τον ύπνο εντός της τηλεόρασης οι επαναλαμβανόμενες εμμονές του Πρίμο Λέβι ακούγονται ως παράσιτα: «Αλλά η τιμωρία του άλλου, επειδή είναι άλλος, βασιζόμενη σε μια αφηρημένη ιδεολογία, μας φαινόταν το αποκορύφωμα της αδικίας, της μωρίας και του παραλογισμού... Για κάποιον που δεν πίστευε ούτε πιστεύει, όπως εγώ, αυτή ήταν η ύψιστη αδικία, ασυμβίβαστη με το καθετί και ακατανόητη».
Ακατανόητα. Και ειδικά την ώρα που πέφτει το σήμα των Ειδήσεων με τους κανόνες ζωής να ηχούν ως ριπές άοπλων όπλων -διαφορετικών απ’ αυτά που χρησιμοποιούνται στους φανερούς πολέμους της γης- και η σκέψη τελειώνει, διότι αυτό επιβάλλει ο τηλεοπτικά εισπνεόμενος φόβος. Τρελαίνει τα εγκεφαλικά κύτταρα.
«Οι μυθώδεις στατιστικές συνέχιζαν να ξεχύνονται από την τηλεοθόνη. Σε σύγκριση με τον προηγούμενο χρόνο, υπήρχε περισσότερο φαγητό, περισσότερα ρούχα, περισσότερα σπίτια, περισσότερα έπιπλα, περισσότερα μαγειρικά σκεύη, περισσότερα καύσιμα, πλοία, ελικόπτερα, περισσότερα βιβλία, περισσότερα παιδιά, περισσότερα τα πάντα, εκτός από την αρρώστια, το έγκλημα και την τρέλα. Χρόνο με το χρόνο και λεπτό με λεπτό, ο καθένας και το καθετί ανέβαινε στα ύψη αστραπιαία. Όπως πριν ο Σάιμ, ο Γουίνστον είχε πάρει το κουτάλι του και ανατάραζε τη λιμνούλα της σάλτσας που κυλούσε προς την άκρη του τραπεζιού, σχηματίζοντας μια μακριά γραμμή σαν αυλάκι. Σκεφτόταν με δυσφορία τις υλικές συνθήκες της ζωής. Ήταν άραγε πάντα έτσι;».
Συμβαίνει όλο και συχνότερα στις καλύτερες στιγμές των ονείρων των ανθρώπων τούτης της χώρας, εκεί που κινούνται όλα ιδεατά... σ’ έναν καλόβολο ύπνο εντός TV, να παρεμβαίνει ο πανούργος Τζορτζ Οργουελ με το «1984».
Σύντομα κρατούν τα όνειρα σ’ έναν ύπνο μέσα στην τηλεόραση. Κι αυτό διότι είτε είναι υπερβολικά ιδανικά ή εφιαλτικά τρομακτικά.
Κι όταν οι άνθρωποι ξυπνούν... πρόωρα -επειδή απλά δίψασαν ή διότι αναζητούν την ισορροπία- προσγειώνονται κυνικά πάνω στον Αιρα του τρομερού Αμερικανού Φίλιπ Ροθ και στις σελίδες του ιστορικά... κακού βιβλίου του «Παντρεύτηκα έναν κομμουνιστή»: «Είχε το πάθος να είναι κάποιος που δεν ήξερε πώς να είναι. Δεν ανακάλυψε ποτέ την ζωή του, την αναζήτησε παντού, στο ορυχείο, στο εργοστάσιο, στο θέατρο, στο ραδιόφωνο, στο προλεταριακό τρόπο ζωής, στο γάμο, στη μοιχεία, στην βαρβαρότητα, στην πολιτισμένη κοινωνία. Δεν την βρήκε πουθενά. Αλλά μόνο το λάθος υπάρχει, κανείς δεν βρίσκει την ζωή του. Αυτή είναι η ζωή (ότι ζει κινείται)».
Διαφωνώ με τον αγαπημένο Ροθ. Αλλά σ’ ένα συμφωνούμε: ό, τι ζει κινείται και όχι ό,τι κινείται ζει!