O Tούρκος που αγαπήθηκε σαν Έλληνας

O Tούρκος που αγαπήθηκε σαν Έλληνας

«Ήταν μια μέρα απόδρασης για την οικογένειά μας. Η διαδρομή από τη Ζογκουντάρ στην Κωσταντινούπολη ήταν κουραστική και η επιβεβλημένη στάση του λεωφορείου κοντά στο γήπεδο της Μπεσίκτας θα ήταν καθοριστική για τη ζωή μου.

Κρυφοκοιτάζοντας από ένα σημείο στον αγωνιστικό χώρο τον αγαπημένο μου παίκτη, τον Φορτούνα, να ξεσηκώνει το στάδιο της Μπεσίκτας, η μοίρα αποφάσισε για λογαριασμό μου. Μια μέρα θα παίζω σε αυτό το στάδιο, είπα στη μητέρα μου»…

Μέσα του, η πρώτη σελίδα της ζωής του Τουμέρ Μετίν είχε μόλις γραφτεί.... Και αν για εμάς χρειάστηκε να περάσουν 34 χρόνια προκειμένου αυτή η χαρισματική προσωπικότητα να μπει στη ζωή μας, γι αυτόν χρειάστηκαν 34 ολόκληρα χρόνια προκειμένου να βρει το δεύτερο σπίτι του…

Οι πόρτες...

34 χρόνια από τις 17 Οκτωβρίου του 1974 όταν αντίκρισε για πρώτη φορά τον κόσμο από το Ζονγκουλντάκ, μια μικρή κωμόπολη που βρέχεται από τη Μαύρη Θάλασσα. Μαγεμένος από τα τερτίπια της «στρογγυλής θεάς» σύντομα θα ξελογιαστεί και όχι μόνο θα βρει την σύντροφο των παιδικών και νεανικών του χρόνων σε αυτή αλλά και την αγάπη μιας ολόκληρης ζωής.

Και όπως και οι μεγαλύτερες αγάπες, έτσι και αυτή θα τον παιδέψει μέχρι να του υποταχθεί ολοκληρωτικά. Υποβάλλοντας τον ζήσει όλη την πορεία, όλη τη διαδρομή… Και αν εκείνο τον καιρό η διαδρομή έμοιαζε γεμάτη με δύσβατα μονοπάτια, κοιτώντας πίσω του ο Μετίν βλέπει  μόνο τις μαγικές πόρτες στο τέλος κάθε μοναχικής διαδρομής. Πόρτες που ξεκλείδωσε ο ίδιος, ατσαλωμένος μόνο με αστείρευτη θέληση, επιμονή και το πηγαίο ταλέντο. Πόρτες που δεν οδηγούσαν πουθενά, παρά μόνο στην εκπλήρωση της υπόσχεσης που είχε δώσει κάποτε στη μητέρα του.

Ακόμα και αν χρειάστηκε να περάσει από την άσημη Κιλιμλί Μπελεντίεσπορ υπογράφοντας το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο για να μεταγραφεί μόλις σε ένα χρόνο στην ομώνυμη ομάδα της πόλης του. Σταδιακά η φήμη του θα εκτοξεύεται λόγω των ικανοτήτων του και θα μαγνητίζει όλο και περισσότερο τα βλέμματα των Τούρκων μάνατζερ. Έτσι, μονόδρομος αποδείχθηκε η μεταγραφή του στη Σάμσουνσπορ, όταν 23 χρονών πλέον το άστρο του είχε αρχίσει να ανατέλλει. Έστω και αν χρειάστηκαν άλλα τέσσερα χρόνια προκειμένου οι ακτίνες του να «σιγοκάψουν»  τα όποια εμπόδια στην πορεία προς τον στόχο του.

Εκείνος δεν απογοητεύτηκε ποτέ γνωρίζοντας βαθιά μέσα του πως βάδιζε στον σωστό δρόμο. Στο δρόμο που η καταξίωση ερχόταν σταδιακά. Χρόνο με το χρόνο, βήμα προς βήμα…

…οδήγησαν στην εκπλήρωση

Και δικαιώθηκε! Ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, το όνειρο που με την περίσσια αισιοδοξία και τα αγνά μάτια ενός μικρού παιδιού είχε γίνει υπόσχεση, να διαβεί την πραγματικότητα. Στην πιο ώριμη ποδοσφαιρική ηλικία η Μπεσίκτας θα τον αποκτήσει το καλοκαίρι του 2001 και δύο χρόνια αργότερα θα πανηγυρίζουν μαζί το πρωτάθλημα.

Οι προσωπικές διακρίσεις και οι εμφανίσεις του με τους «μαυραετούς» θα του δώσουν κάτι σπάνιο για 29χρονο ποδοσφαιριστή. Αυτό δεν είναι άλλο από το διαβατήριο για την Εθνική ομάδα. Με το «κάλιο αργά παρά ποτέ» να έχει γίνει δόγμα στην καριέρα του Μετίν, στο ντεμπούτο του (σε φιλικό ματς)  με την Ουκρανία θα αποχωρήσει τραυματίας μετά από μόλις 35 λεπτά, όμως στο επίσημο ντεμπούτο (6/9/2003) στο Λίχτενσταϊν θα σκοράρει στο 14'!

«Σε πήρα γιατί… μας σκότωσες»

Το ματς ωστόσο που θα τον στιγμάτιζε δεν ήταν άλλο από τον τελικό κυπέλου το 2006 απέναντι στη Φενέρμπαχτσε. Η Μπεσίκτας θα κερδίσει με 3-2 με τον Τουμέρ εκτός από το πρώτο γκολ, να πετυχαίνει και το νικητήριο στο 115' χαρίζοντας στην ομάδα του το τρόπαιο.

Λίγο καιρό αργότερα μάλιστα θα διχάσει την Τουρκία υπογράφοντας στην ομάδα από την οποία στέρησε την κούπα. Την μισητή αντίπαλο Φενέρμπαχτσε.
«Σε πήρα γιατί εσύ είσαι αυτός που μας… σκότωσε πέρσι. Του χρόνου θα μας τα φέρεις πίσω», θα του πει ο Αζίζ Γιλντιρίμ, πρόεδρος της Φενερμπαχτσέ και την επόμενη χρονιά με διαφορετικά χρώματα, αλλά πάντα με το «11» στην πλάτη θα κατακτήσει το νταμπλ στην Τουρκία.

«Όταν έγινε η μεταγραφή μου στην Φενέρ, ήταν σαν να έχει σταματήσει η ζωή. Οι συζητήσεις για τη μεταγραφή μου κράτησαν μέχρι τις 5 το πρωί, κατά τις 11 πήγα στα γραφεία να υπογράψω το συμβόλαιό μου. Εκεί υπήρχε η τηλεόραση για να καλύψει το γεγονός. Κοίταξα λοιπόν κάποια στιγμή στο μόνιτορ τον εαυτό μου με την φανέλα της Φενέρ. Σοκαρίστηκα, χλόμιασα και η πρώτη σκέψη που ήρθε στο μυαλό μου ήταν: ποιός είναι αυτός στην τηλεόραση; Εγώ;» θα αποκαλύψει αργότερα ενώ δεν θα διστάσει να μιλήσει και για την χειρότερη στιγμή της καριέρας του:

«Η χειρότερη στιγμή για μένα ήταν καθαρά προσωπική. Μόνο μία. Όταν μπήκα για πρώτη φορά στο γήπεδο με την φανέλα της Φενερμπαχτσέ. Έτρεμαν τα πόδια μου. Δεν ξέρω πως τελείωσα εκείνο το παιχνίδι. Εκείνη την ημέρα δεν είχαν καμία σημασία τα χρήματα, αλλά η καρδιά. Η Μπεσίκτας είναι η ομάδα μου από μικρό παιδί και αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ. Έχω κερδίσει τίτλους και με τις δύο ομάδες, αλλά είχαν τελείως διαφορετική γεύση.» θα παραδεχθεί.

«Ιδιόμορφος»… μύθος

Ξεδιπλώνοντας το πλούσιο ταλέντο του εντός των αγωνιστικών χώρων, παράλληλα θα αρχίσει να ξεδιπλώνεται και ο μύθος για τον ιδιόμορφο χαρακτήρα του.

«Μόνο ο Θεός μπορεί να με κρίνει» είναι γραμμένο στα αγγλικά στο δεξί του χέρι και αυτό αντιπροσωπεύει τη θεωρία της ζωής του.
«Εγώ μπορώ να κρίνω τον εαυτό μου, αλλά κανένας άλλος δεν μπορεί να κρίνει εμένα εκτός από τον θεό. Κανείς!» θα υποστηρίξει.

Ελάχιστα είχε φανταστεί…

Αν υπάρχει ελληνοτουρκική φιλία, έχει όνομα και λέγεται Τουμέρ Μετίν.

Αντιρρησίας συνείδησης θα εγκαταλείψει την πατρίδα του για να αποφύγει τον στρατό ώστε να εκμεταλλευτεί το νόμο που του δίνει την δυνατότητα να εξαγοράσει τη θητεία του, όταν κλείσει τα 37 κι έχει ήδη εργαστεί τρία χρόνια εκτός συνόρων.

Ελάχιστα όμως είχε φανταστεί, ακόμα και ο ίδιος, τι έκρυβε η νέα πόρτα που είχε μόλις ξεκλειδώσει ερχόμενος στην Ελλάδα για λογαριασμό της ΑΕΛ…

«Μη παιδάκι μου, μην πας εκεί! Να προσέχεις αυτούς τους Έλληνες», ήταν τα τελευταία λόγια της γιαγιάς του που έκλεγε όταν άφηνε την Τουρκία για τα μέρη μας!

Ο ίδιος ωστόσο απορρίπτοντας κάθε αναχρονιστική και μισαλλόδοξη άποψη για τη σχέση των δυο λαών, έγινε ο πρώτος διεθνής Τούρκος ποδοσφαιριστής που αγωνίστηκε στο ελληνικό πρωτάθλημα.

«Νιώθω πολύ όμορφα. Η υποδοχή από τους ανθρώπους της ομάδας είναι εξαιρετική και με κάνει να νιώθω πολύ άνετα. Ξέρω καλά ποιος είμαι και γιατί βρίσκομαι εδώ. Στόχος μου είναι σε όλους τους αγώνες της ΑΕΛ να δείξω ποιος είναι ο Τουμέρ και να κάνω το καλύτερο για τον εαυτό μου και πάνω απ όλα για την ομάδα που με έφερε εδώ. Πιστεύω στον εαυτό μου και ξέρω τι θέλω να πετύχω εδώ στη Λάρισα» ήταν τα πρώτα λόγια του πατώντας ελληνικό έδαφος.

Σε δέκα αγώνες με τη βυσσινί φανέλα πέτυχε έξι γκολ και μέσα σε λίγους μήνες αγαπήθηκε όσο κανείς από τον κόσμο της Λάρισας παρά την κακή παρένθεση από τους λιγοστούς που τον είχαν υποδεχθεί με υβριστικά πανό λόγω της καταγωγής του..

Στον αγώνα με τον Εργοτέλη ένα πανό γραμμένο στην μητρική του γλώσσα θα τον κάνει να ανατριχιάσει και να το έχει μέχρι και σήμερα φόντο στην επιφάνεια εργασίας του υπολογιστή του. Η χρονιά ωστόσο δεν θα κλείσει όπως το ήθελε και η Λάρισα δεν θα καταφέρει, παρά την ανατροπή απέναντι στον ΠΑΟΚ στην τελευταία αγωνιστική, να μπει στα play off. Tο γκολ του δεν ήταν αρκετό...

Λίγες μέρες αργότερα, στο τέλος της σεζόν θα διοργάνωνε συνέντευξη Τύπου στο ξενοδοχείο που τον φιλοξένησε. Στο «σπίτι του», όπως συνήθιζε να το αποκαλεί και τότε και τώρα, που επέστρεψε εκεί.

Στους δημοσιογράφους θα μιλήσει με την καρδιά του… Τους κάλεσε για να τους αποχαιρετήσει, ωστόσο ήταν φανερό πως δεν ήταν έτοιμος για το οριστικό και τελεσίδικο αντίο... «Θα θυμάμαι πάντα το πέρασμά μου από την ομάδα της ΑΕΛ. Δεν γνωρίζω αν θα επιστρέψω μετά το EURO. Αυτό που ξέρω είναι ότι δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτές τις όμορφες στιγμές που έζησα εδώ» θα πει εμφανώς συγκινημένος…

Πίσω από τη φήμη του κακομαθημένου ιδιότροπου σταρ δεν κρυβόταν παρά ένας συναισθηματικός ποδοσφαιριστής, που ανατριχιάζει με ένα πανό και θεωρεί σπίτι του ένα ξενοδοχείο…

Ξεχωριστός…

Με δεδομένη τη μετάγγιση ελληνικού αίματος στις φλέβες του, θα ταξιδέψει στο Euro του 2008 με οδηγό το θαύμα της Ελλάδας το 2004.

Η Τουρκία θα απλώσει το χέρι στο… θαύμα ωστόσο θα αποκλειστεί στα ημιτελικά από την Γερμανία. Ο Μετίν θα παίξει 45 λεπτά στον αγώνα με την Ελβετία και μερικά δευτερόλεπτα στον χαμένο ημιτελικό.

«Αυτά που έμαθα μέσα σε ένα μήνα στο EURO, ήταν δυο φορές περισσότερα από όσα είχα μάθει σε όλη την μέχρι τότε ποδοσφαιρική μου καριέρα» θα παραδεχθεί σε συνέντευξη του στο επίσημο περιοδικό της Λάρισας.

Ο ίδιος θα ζήσει ένα ανεκπλήρωτο όνειρο και θα αισθανθεί ξεχωριστός:

«Πρεμιέρα με αντίπαλο την Πορτογαλία. Πρώτη στιγμή που συνειδητοποιείς ότι είσαι κάτι ξεχωριστό: Όταν φεύγεις από το ξενοδοχείο για να πας στο γήπεδο και υπάρχει ένας δρόμος ανάμεσα σε χιλιάδες ανθρώπους μοναχά για σένα, με την αστυνομία να σε συνοδεύει. Στιγμή δεύτερη. Στον χώρο προετοιμασίας έξω από τα αποδυτήρια. Ένα μικρό «σαλόνι» πριν από τον διάδρομο που οδηγεί στη φυσούνα του αγωνιστικού χώρου. Γυρίζεις το κεφάλι σου δεξιά και βλέπεις τον Ρονάλντο να κάνει ποδαράκι. Στρέφεις το κεφάλι σου προς την άλλη πλευρά και έρχεσαι πρόσωπο με πρόσωπο με τον Ντέκο. Πίσω από την πλάτη σου περπατάει ο Πλατινί και μπροστά από τα μάτια σου περνάει ο Εουσέμπιο. Κι εκείνη τη στιγμή αναρωτιέσαι που βρίσκεσαι» θα πει σχετικά.

Οι 111 ενέσεις και η Τζολί…

Αναγκασμένος να μείνει στην Τουρκία, θα επιστρέψει στην Φενέρ αλλά το βεβαρημένο σώμα του δεν θα μπορέσει να ακολουθήσει την ακόμα διψασμένη καρδιά του.

Στην προετοιμασία με την Φενερμπαχτσέ θα νιώσει πόνο στους κοιλιακούς και η πρώτη απόφαση του γιατρού Μίλερ Βόλφαρτ είναι να ακολουθήσει θεραπευτική αγωγή και να μην συμμετέχει σε προπονήσεις για δύο μήνες.

Το αγαπημένο του «11» θα τον ακολουθεί παντού, όχι για καλό όμως αυτή τη φορά αφού ο ίδιος θα κάνει λόγο για 111 ενέσεις μέσα σε είκοσι μέρες.

Μόλις όμως επέστρεψε, ο πόνος επανεμφανίστηκε με το χειρουργείο να αποτελεί πλέον την μοναδική επιλογή. Θα περάσει μάλιστα έναν ολόκληρο μήνα στο νοσοκομείο και αργότερα θα εκμυστηρευτεί.

«Πολλές φορές είπα στον εαυτό μου Τουμέρ σταμάτα. Μέχρι εδώ ήταν. Όμως, ούτε τα λεφτά, ούτε η δόξα, ούτε οι επιτυχίες που είχα ζήσει μου αρκούσαν. Αυτό που νοσταλγούσα ήταν το γήπεδο και η ζωή του ποδοσφαιριστή. Ήθελα να παίξω μπάλα. Τόσο απλά». Και σύντομα ξαναέπαιξε...

Το πιο δύσκολο για τον Τουμέρ ήταν να σηκωθεί και να βρει τη δύναμη να σταθεί ξανά στα πόδια του.
«Ο,τι δε σε σκοτώνει, σε κάνει πιο δυνατό», θα πει στη συνέντευξή του για να συμπληρώσει με την αίσθηση του χιούμορ που τον διακρίνει πως θα το έκανε και τατουάζ, αν δεν τον είχε προλάβει η Αντζελίνα Τζολί!

Σαν να μην πέρασε μια μέρα, σπίτι του…

Με την επιστροφή του στην ενεργό δράση, φούντωσε και η σπίθα για επιστροφή στην Λάρισα. Έτσι ορμώμενος από το συναίσθημα, δεν άργησε τελικά να έρθει ο καιρός που θα υπέγραφε για δεύτερη φορά στην ομάδα του Κάμπου.

Οι φίλαθλοι της Λάρισας τον υποδέχθηκαν σαν να μην έχει περάσει μια μέρα. . Για τον ίδιο τον Τουμέρ Μετίν, όμως, αυτό το σχεδόν οκτάμηνο διάστημα που μεσολάβησε έμοιαζε με αιώνας. Από τις παρυφές της ευρωπαϊκής κορυφής με την Εθνική Τουρκίας, στα τάρταρα των χειρουργείων και τη μελαγχολία της αποχής. Ο Ιούνιος τον έφερε ένα βήμα από τον τελικό του Εuro. Ο Αύγουστος τον βρήκε στο κρεβάτι του πόνου

Η άφιξή του έγινε ξημερώματα κι όμως περίπου 50 άνθρωποι περίμεναν να τον αποθεώσουν έξω από το ξενοδοχείο. Εκείνος δεν πίστευε στα αυτιά του και η αλήθεια είναι ότι σχεδόν τον ξύπνησαν, αφού στο αυτοκίνητο που τον μετέφερε είχε αποκοιμηθεί...

«Είμαι χαρούμενος που επέστρεψα. Υπάρχει λόγος που βρίσκομαι ξανά στη Λάρισα και αυτός είναι όσα όμορφα έζησα εδώ πέρυσι. Είμαι έτοιμος να βοηθήσω άμεσα. Αυτό που προέχει είναι η νίκη την Κυριακή και όλα τα υπόλοιπα θα έρθουν», θα πει το επόμενο πρωί μετά την πρώτη του προπόνηση και την κατάλληλη στιγμή, θα συμπληρώσει και τα περισσότερα...

«Εδώ νιώθω σαν στο σπίτι μου. Άλλος ήταν ο Τουμέρ που ήρθε στη Λάρισα τον περασμένο Ιανουάριο κι άλλος αυτός που έφυγε το καλοκαίρι. Εσείς μπορεί να μην το καταλαβαίνετε, αλλά όσοι με γνωρίζουν καλά βλέπουν ξεκάθαρα αυτό που λέω. Ομάδα για να παίξω μπάλα θα μπορούσα να βρω οπουδήποτε στην Ευρώπη,. Σαν την Λάρισα, όμως, πουθενά»

Η πόλη μοιάζει να υποκλίνεται σε κάθε πέρασμά του και η λατρεία πρωτόγνωρη... «Πάω για καφέ και δεν με αφήνουν να πληρώσω. Γενικά όπου κι αν βρεθώ μέσα στην πόλη, από το ξενοδοχείο μέχρι το καφέ και τα αποδυτήρια της ομάδας, αισθάνομαι σαν να είμαι στο σπίτι μου. Κι αυτή η αίσθηση οφείλεται στον τρόπο με τον οποίο με αγκάλιασαν όλοι. Αυτός ήταν ο βασικό λόγος που επέστρεψα. Πουθενά αλλού δεν θα μπορούσα να βρω αυτή τη ζεστασιά και την αγάπη, παρά μόνο στην πατρίδα μου, την Τουρκία. Δε χρειάζεται να πω τίποτε άλλο».

Είναι κάτι περισσότερο...

 Δεν είναι μόνο το δέσιμο με την πόλη και η εκ γενετής ακόρεστη δίψα για ποδόσφαιρο του Τούρκου που θα τον φέρει πίσω. Είναι κάτι περισσότερο. Κάτι που έρχεται να ταυτιστεί με την φύση της ΑΕΛ. Κάτι που όπως αποδεικνύεται μπορεί να ενώσει τους ανθρώπους πέρα από πατρίδες, θρησκείες, γλώσσες και σύνορα. Κάτι βαθύτερο που έρχεται και ακουμπά στο πρωταρχικό υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένος κάποιος.

«Το πρώτο που θέλω να πω είναι πως, όταν είδα το πανό στο Αλκαζάρ με το καλωσόρισμα, βούρκωσα και λίγο έλειψε να δακρύσω από τη συγκίνηση. Ό,τι νιώθω για την ΑΕΛ και τον κόσμο της είναι ένα συναίσθημα καθαρό που βγαίνει από πολύ βαθιά μέσα μου. Τους ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου. Θέλω επίσης να πω, ότι νιώθω πολύ χαρούμενος για τον τρόπο με τον οποίο με έχουν αγκαλιάσει όχι μόνο οι φίλοι της ΑΕΛ, αλλά ολόκληρη η πόλη της Λάρισας. Μπορεί να σας ακουστεί παράξενο, αλλά νιώθω Λαρισαίος, νιώθω ότι είμαι ένας από εσάς»  θα παραδεχθεί γνωστοποιώντας το μεγάλο του όνειρο:

«Θέλω μια μέρα η ΑΕΛ να γίνει ξανά πρωταθλήτρια κι αυτός ο δρόμος που περνάει έξω από το ξενοδοχείο να πλημμυρίσει με κόσμο σαν να είναι καταρράκτης. Θέλω να αλλάξουμε την ιστορία. Θέλω όλη η Ελλάδα να μιλάει για την ΑΕΛ»…

Η αύρα μόνο του Μετίν φθάνει για να αλλάξει την ατμόσφαιρα ενός γηπέδου. Ένα νεύμα του είναι αρκετό για να ξεσηκώσει την εξέδρα και στην Λάρισα δεν έχουν έρθει αντιμέτωποι με κανέναν δύστροπο και ιδιόρρυθμο χαρακτήρα, παρά μόνο με το εκτόπισμα της προσωπικότητάς του.

«Από τότε που ήρθα στη Λάρισα, βρήκα τον εαυτό μου. Είμαι άλλος άνθρωπος και έχω τέτοια όρεξη να παίξω ποδόσφαιρο που μπορώ να… φάω τη μπάλα. Δεν ξέρω να κάνω κάτι άλλο. Νιώθω ότι γεννήθηκα για το ποδόσφαιρο. Αν είσαι τόσο τυχερός και μπορείς να βγάζεις λεφτά από αυτό που αγαπάς, να κάνεις δηλαδή το χόμπι σου επάγγελμα, τότε θα… πέσει φωτιά να σε κάψει αν έχεις και παράπονο από πάνω», θα παραδεχτεί αποκαλύπτοντας παράλληλα την παιδική επιθυμία να γίνει αρχιτέκτονας.

«Τι άλλο να ζητήσεις;»

Στη Λάρισα συνήθιζε να κάνει παρέα με τον αδερφό του όπως θεωρεί Στέφανο Κοτσόλη πριν μεταγραφεί στην Κύπρο ενώ στενές φιλικές σχέσεις διατηρεί και με τον Παναγιώτη Κατσιαρό αλλά και με τον φροντιστή της ομάδας Χρήστο Τριανταφύλλου.

«Εκείνος δεν ξέρει να μιλάει αγγλικά, ούτε βέβαια τούρκικα. Εγώ, από την άλλη, γνωρίζω λίγα αγγλικά, αλλά δεν μιλάω καθόλου ελληνικά. Κι όμως, είναι ένας από τους καλύτερούς μου φίλους. Αυτό θα πει φιλία και δέσιμο. Νιώθω ευτυχισμένος όπου κι αν βρίσκομαι στη Λάρισα. Στο γήπεδο, στ’ αποδυτήρια, έξω στην πόλη για καφέ, στο ξενοδοχείο. Αισθάνομαι πλήρης ως άνθρωπος. Αυτή είναι η ζωή. Τι άλλο να ζητήσεις;» θα δηλώσει κάποτε με αφορμή τον τελευταίο.

Μεγάλη του αδυναμία ωστόσο είναι ο Μιχάλης Μπουκουβάλας. Σε εκείνον έδινε διαρκώς συμβουλές όταν αγωνιζόντουσαν μαζί στη Λάρισα και εκείνον έσπευσε να πειράξει στην πρώτη του προπόνηση μετά την επιστροφή του :

«Πιστεύω πολύ σε αυτόν. Του είπα, λοιπόν, πριν από λίγο καιρό – και φυσικά του το είχαν πει οι προπονητές νωρίτερα – ότι για να κάνει μεγαλύτερη καριέρα στο ποδόσφαιρο, θα πρέπει να δυναμώσει το κορμί του. Αν, λοιπόν, ο Μιχάλης δεν κάνει μετά από κάθε προπόνηση τις ασκήσεις που πρέπει στο γυμναστήριο, εγώ θα του τραβήξω το αυτί», θα εξηγήσει προσθέτοντας το παράπονό του. «Γιατί όταν εγώ ήμουν στην ηλικία του Μιχάλη, δεν είχα κανέναν δίπλα μου να μου δείξει το σωστό δρόμο. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά οι μεγαλύτεροι μας ζήλευαν, μας χλεύαζαν και προσπαθούσαν να μας βάλουν τρικλοποδιές. Και τότε ορκίστηκα ότι δεν πρόκειται ποτέ να κάνω σε κανέναν πιτσιρικά αυτά που έκαναν σε εμένα όταν ξεκινούσα το ποδόσφαιρο. Κατάλαβες, λοιπόν, γιατί επιμένω;»

 Το «11», το μυστήριο της ζωής και ο Έλληνας…

Στη Λάρισα με την φυγή του Κυριάκου, ο Μετίν ξαναβρήκε και το αγαπημένο του «11». Το «11» που έχει τατουάζ στο χέρι του, στον αριθμό του κινητού του, στις πινακίδες του αυτοκινήτου του, ακόμα και σε εταιρία ρούχων στην Τουρκία (ΤΜ11) προς τιμήν του. Ίσως αυτή τη φορά να μην χρειαστεί να ξαναφύγει και να επιστρέψει πάλι. Ίσως με αυτό στην πλάτη να κάνει το μεγάλο του όνειρο πραγματικότητα...

«Μόλις σταματήσω το ποδόσφαιρο, πρέπει να γυρίσω στη χώρα μου και να πάω στο στρατό. Έχω έτοιμη και την βιογραφία μου την οποία θα εκδώσω τότε. Μετά, για ένα χρόνο, θα κάνω διακοπές και ύστερα θα σκεφτώ αν θα γίνω συγγραφέας ή προπονητής. Ποιος ξέρει τι μου επιφυλάσσει το μέλλον; Αυτό είναι και το ωραίο μυστήριο της ζωής»... θα δηλώσει ο Τουμέρ πιστεύοντας ακράδαντα στη μεταθανάτια ζωή

«Τούρκος εγώ κι εσύ Ρωμιός, εγώ λαός κι εσύ λαός, εσύ Χριστό κι εγώ Αλλάχ, όμως κι οι δυό μας αχ και βαχ» κάνουν λόγο στίχοι γνωστού ελληνικού τραγουδιού και με τον έρωτα για την στρογγυλή θεά να μας ενώνει, ο πρώτος Τούρκος που πέρασε τα σύνορα και αγαπήθηκε σαν Έλληνας δεν θα μπορούσε να συμφωνεί περισσότερο…

 

(Τα λόγια της εισαγωγής ανήκουν στον Τουμέρ Μετίν , όπως εκμυστηρεύεται στην βιογραφία του που δεν έχει ακόμα εκδοθεί)



Ετοιμάζουν τις... σκούπες οι πρωταθλητές Νάγκετς - Τρίτη νίκη επί των Λέικερς
Ετοιμάζουν τις... σκούπες οι πρωταθλητές Νάγκετς - Τρίτη νίκη επί των Λέικερς
Formula 1: Σκέψεις για αλλαγή στη βαθμολόγηση
Formula 1: Σκέψεις για αλλαγή στη βαθμολόγηση
Σημαντική συνεργασία της FIFA με την Aramco
Σημαντική συνεργασία της FIFA με την Aramco
Κυκλοφοριακές ρυθμίσεις στην Αττική λόγω Ολυμπιακής Φλόγας
Κυκλοφοριακές ρυθμίσεις στην Αττική λόγω Ολυμπιακής Φλόγας
©2011-2024 Onsports.gr - All rights reserved